γραπώνομαι

γραπώνομαι
agripper

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Regardez d'autres dictionnaires:

  • γραπώνομαι — γραπώνομαι, γραπώθηκα, γραπωμένος βλ. πίν. 4 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • γαντζώνω — γάντζωσα, γαντζώθηκα, γαντζωμένος 1. πιάνω κάτι με γάντζο. 2. μτφ., αρπάζομαι, γραπώνομαι: Το παιδί τρομαγμένο γαντζώθηκε στη μάνα του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”